Μάτια με μαύρους κύκλους Κυριακίδης Ν.



‘’Η σελήνη ακουμπά το χέρι της στο μέτωπό μου,


ανέκφραστη και σιωπηλή σαν νοσοκόμα.’’


Sylvia Plath






Το κοράκι κατέβηκε


Άρχισε να ερωτοτροπεί με το κουφάρι.


Εν τω μεταξύ, εγώ αγάπησα


Την πιο αδύναμη απ’ όλες.


Αυτήν, σαν ατσαλάκωτη εφημερίδα


Αδιάβαστη


Άδικα αγορασμένη.


Τα πιο βαλτωμένα χωράφια,


δεν είναι χωράφια.


Είναι ‘’στίβος μάχης’’ (το θυμάμαι)


Παρκάρουν-κει μέσα-τα οχήματα


Τα μικρά άρματα.


Βαδίζουν-κει μέσα-φαντάροι νυχτιάτικα


Δε κοιμούνται ποτέ, βράδυ.






Όλα στο ίδιο μέρος


Καμιά μεταφορά


Ως έχουν


Κανείς υπαινιγμός


Ανάμεσα στη δημοσιά και το πίσω νεκροταφείο.


Κατεβαίνεις τη δημοσιά και βρίσκεις την πόλη


-αρκετά μακριά είναι αλήθεια-


Πας στο πίσω μέρος του νεκροταφείου


Στο ξέφωτο


Βλέπεις την πιο σκούρα χήρα.


Κάθεται στο καφενείο με λίγους άλλους κοντά


Πίνει καφέ, χωρίς ν’ ανοίξει εφημερίδα.


Υπομένει να μάχεται, τσαλαβουτώντας


σαν γουρουνάκι που γλύτωσε


Τη χηρεία της.










Από μένα






Κι έτσι το κοράκι παραμένει να ερωτοτροπεί με το κουφάρι


ώσπου να μείνει πια λειψό


κι η ψυχή που αγάπησα


να σιγοκλαίει ανάμεσα σε κίβδηλα σημεία τυπωμένα σε χαρτί.






Κι εκεί που είπα να πλαγιάσω


απάνω στα πιο βαλτωμένα μου αισθήματα


είπε να σκοτεινιάσει εκείνο το ξέφωτο


που πάντα είχε φως.






Κι έτσι θυμήθηκα ,


τις πιο μυστηριακές ημέρες


που έψαχνα μαζί της


πίσω απ'το νεκροταφείο θησαυρούς.






Κι όταν τους είχα πλέον βρει ,


εκείνη δεν ήταν εκεί


έπινε τον καφέ της καρτερικά


δίχως να ακούει στ'όνομά της πια.









1 σχόλιο:

  1. Ένα ευχαριστώ στον αγαπητό μου Κυριακίδη Ν. για την έμπνευση που μου προσέφερε ώστε να δημιουργηθεί ένα όμορφο διαμάντι που ίσως αντικατοπτρίζει φως στις σκιές κάποιων ματιών..... Την καλησπέρα μου!

    ΑπάντησηΔιαγραφή